Η κυνική δήλωση του Κορκονέα οδήγησε στην παραίτηση των συνηγόρων του.
Όπως αναφέρεται στην επίμαχη δήλωση, κατά την προηγούμενη συνεδρίαση, στις 23/12/2016 «έκπληκτος, στην κυριολεξία αποσβολωμένος, άκουσα τον κατηγορούμενο να απαντά στην ερώτηση της κας Προέδρου, για το τι έχει να πει για την υπόθεση αυτή και για την κατηγορία που αντιμετωπίζει, ότι είναι αθώος, ότι δεν την δέχεται, αλλά εκτός αυτού «ΟΤΙ ΔΕΝ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΝΑ ΖΗΤΗΣΕΙ ΣΥΓΓΝΩΜΗ ΑΠΟ ΚΑΝΕΝΑ ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΧΡΟΝΟ».
Κι ενώ στο παρελθόν ο ίδιος είχε κρίνει πως η υπόθεση αφορούσε σε «μία κλασική περίπτωση ανθρωποκτονίας εξ αμελείας ή στην ακραία περίπτωση για μία ανθρωποκτονία από ενδεχόμενο δόλο (την οποία άποψη δέχτηκε και η μειοψηφία της Προέδρου, του παλαιότερου Πρωτοδίκη και του ενόρκου της σύνθεσης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου)», μετά από αυτή την εξέλιξη «και επειδή πάντοτε από τότε που βρίσκομαι στα δικαστήρια, ο συνήγορος υπεράσπισης πρέπει από τη στιγμή που αναλαμβάνει την υπεράσπιση ενός κατηγορουμένου να ταυτίζεται με αυτόν, αδυνατώ να συνεχίσω την υπεράσπιση του συγκεκριμένου κατηγορουμένου».
Από την πλευρά της, η έδρα του δικαστηρίου μετά την ανάγνωση της επίμαχης δήλωσης ρώτησε τον καταδικασθέντα Επαμεινώνδα Κορκονέα ως προς την επίμαχη τοποθέτησή του, ο οποίος -σύμφωνα με παρευρισκόμενους- διευκρίνισε ότι εννοούσε πως ο 15χρονος δεν είναι πια στη ζωή και κατ’ επέκταση δεν είναι δυνατόν να ζητήσει συγγνώμη. Παράλληλα, εξήγησε το δικαστήριο ότι δεν διαθέτει την οικονομική δυνατότητα να διορίσει νέο συνήγορο και άρα το δικαστήριο θα πρέπει να διορίσει αυτεπάγγελτα τον υπερασπιστή του.
Άμεση ήταν και η αντίδραση της πολιτικής αγωγής, καθώς μία τέτοια εξέλιξη οδηγεί στην περαιτέρω καθυστέρηση της διεξαγωγής της δίκης.